Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Από παιδί θυμάμαι προσπαθώ,να κλέψω το γλυκό μέσα απ το βάζο.....

Από παιδί θυμάμαι προσπαθώ
να κλέψω το γλυκό μέσα απ’ το βάζο
με ξύλινα σπαθιά να πολεμώ
και μια ζωή στα πόδια να το βάζω

Μα ό,τι μας δένει στα παλιά
είναι οι κακές συνήθειες
το νιώθω τώρα καθαρά
πως είναι αργά γι’ αλήθειες

Όλη μου η ζωή συνενοχή και πώς γουστάρω
τα πιο μεγάλα ψέματα στα πιο αθώα βλέμματα
όλη μου η ζωή συνένοχη και πώς γουστάρω
κάτι απογέματα με καφέ και τσιγάρο

Από παιδί θυμάμαι προσπαθώ
στα λάθη μου φτηνά να τη γλιτώσω
μου μάθαν να φοβάμαι ό,τι αγαπώ
και μια ζωή να φεύγω πριν να δώσω

Μα ό,τι μας δένει στα παλιά
είναι οι κακές συνήθειες
το νιώθω τώρα καθαρά
πως είναι αργά γι’ αλήθειες

Όλη μου η ζωή συνενοχή και πώς γουστάρω
τα πιο μεγάλα ψέματα στα πιο αθώα βλέμματα
όλη μου η ζωή συνένοχη και πώς γουστάρω
κάτι απογέματα με καφέ και τσιγάρο.

Υ.Γ Επειδή έχουμε γεμίσει σωτήρες,θέλω να τους θέσω ευθέως ένα ερώτημα¨Ρε σεις ρωτήσατε αν θέλουμε να μας σώσετε?



Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Ντάριο Φο,μήνυμα προς αγανακτισμένους και Ντάριο Φο - Ουλρίκε Μάινχοφ: Μια «συνάντηση»!

Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες: «αχ, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε λιγάκι να μου κάνετε λίγο χώρο ν’ αναπνεύσω κι εγώ; θα μπορούσατε να είστε λίγο πιο καλός, με λίγη περισσότερη κατανόηση; Ας συμφωνήσουμε…»
Όχι. Ο μόνος τρόπος για να μιλήσεις μαζί τους είναι να τους στριμώξεις στον καμπινέ, να τους χώσεις το κεφάλι μέσα στη λεκάνη και να τραβήξεις το καζανάκι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο, ίσως με λιγότερο φανταχτερές βιτρίνες, ίσως με λιγότερες λεωφόρους, αλλά με λιγότερες λιμουζίνες, με λιγότερους απατεώνες. Τους πραγματικούς απατεώνες, αυτούς τους μισάνθρωπους με τις χοντρές κοιλιές. Κι έτσι θα είχαμε δικαιοσύνη.
Έτσι, εμείς που βγάζουμε πάντα το φίδι απ’ την τρύπα για τους άλλους, θα μπορούμε επιτέλους να σκεφτούμε και τον εαυτό μας. Να κτίζουμε σπίτια που να ανήκουν σε μας… να ζούμε μια ζωή που θά ‘ναι ολότελα δική μας. Να ζούμε σαν ολοκληρωμένοι άνθρωποι τέλος πάντων. Να ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η επιθυμία σου να γελάσεις, ξεσπάει από μέσα σου σα γιορτή, η επιθυμία να παίξεις και να γιορτάσεις… κι επιτέλους να κάνεις μια δουλειά που να σ’ ευχαριστεί… σαν κανονικοί άνθρωποι κι όχι σαν ζώα που ζουν και υπάρχουν χωρίς χαρά και φαντασία.
Ένας κόσμος όπου μπορεί κανείς να δει ξανά ότι υπάρχει ακόμη ένας ουρανός... τα λουλούδια που ανθίζουν… ότι ακόμα υπάρχει άνοιξη… και τα κορίτσια που γελούν και τραγουδούν. Και όταν μια μέρα πεθάνεις, δε θα πεθάνεις σα γέρος, πεταμένος σα στιμένη λεμονόκουπα, αλλά σαν άνθρωπος που έζησε ελεύθερος κι ευχαριστημένος μαζί με τους άλλους ανθρώπους…”
Νταριο Φο, μήνυμα προς αγανακτισμένους
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα δρόμου Άπατρις
eagainst.com
         

Ενας θεατρικός μονόλογος που «ένωσε» δύο θρύλους       

  

%ce%bc%ce%b1%ce%b9%ce%bd%cf%87%ce%bf%cf%86

Ο Ντάριο Φο «έφυγε» λίγες μέρες μετά τα «γενέθλια» (7 Οκτωβρίου 1934) της Ουλρίκε Μάινχοφ, η οποία «βρέθηκε» κρεμασμένη σε κελί των φυλακών υψίστης ασφαλείας στο Στάμχαϊμ της Στουτγκάρδης. Οι δυο τους συνδέονται μέσω του γνωστού, εκπληκτικού μονολόγου που συνέγραψε ο μεγάλος Ιταλός με την Φράνκα Ράμε και τον οποίο θυμίζουμε ως φόρο τιμής, τόσο στον ίδιο τον Φο, όσο και στην Μάινχοφ.
«ΟΝΟΜΑ: Ουλρίκε
ΕΠΩΝΥΜΟ: Μάϊνχοφ
ΓΕΝΟΣ: Θηλυκού
ΗΛΙΚΙΑ: Σαρανταενός χρονών…Ναι! Είμαι παντρεμένη. Έκανα δύο παιδιά με καισαρική. Ναι είμαστε χωρισμένοι με τον άντρα μου.
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Δημοσιογράφος
ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑ: Γερμανίδα
Συγκρούστηκα με την άρχουσα τάξη και τους νόμους της που τους έχει προστάτες της, για να μπορεί να εκμεταλλεύεται και να κάνει κουμάντο σε όλα, στα πάντα. Ακόμα και στο ίδιο το μυαλό μας, στις σκέψεις μας, τα λόγια μας, τα συναισθήματα μας, τη δουλειά μας, τον τρόπο που μας αρέσει να αγαπάμε ή να κάνουμε έρωτα, ολόκληρη τη ζωή μας. Γι’ αυτό με κλείσατε εδώ μέσα αφεντικά του κράτους δικαίου. Φυσικά όλοι είναι ίσοι απέναντι στους νόμους σας, εκτός απ’ αυτούς που δεν συμφωνούν με τα ιερά σας και τα όσια.
Εσείς είστε που υποβιβάσατε τη γυναίκα. Ό,τι λοιπόν μου στερήσατε τόσα χρόνια σα γυναίκα, μου το προσφέρεται τώρα: ΙΣΗ ΠΟΙΝΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΤΡΑ. Τι ειρωνεία! Σας ευχαριστώ! Με ανταμείψατε με το νόμισμα της πιο σκληρής φυλάκισης. Απομόνωση και κρύο μέσα σε μια φυλακή νεκροταφείο. Στην ποινή δηλαδή της εξόντωσης των αισθήσεων μου. Πόσο ευγενική έκφραση θα ήταν να ‘λεγα ότι με θάψατε ζωντανή σ’ ένα τάφο. Λευκό το κελί, οι τοίχοι, λευκά τα κουφώματα, η πόρτα περασμένη με σμάλτο, για να μην πω και το αποχωρητήριο, ο φωτισμός με νέον; λευκός κι αυτός- κι αναμμένες λάμπες μέρα-νύχτα. Πότε επιτελούς είναι μέρα και πότε νύχτα; Πως θα το μάθω; Απ’ τη χαραμάδα του παραθύρου περνάει πάντα το ίδιο λευκό φως, ψεύτικο κι αυτό, σαν το παράθυρο που είναι ψεύτικο κι αυτό, ίδια ψεύτικος κι ο δόλιος ο χρόνος που μ’ έχετε φυλακισμένη εδώ σ’ ένα λευκό ατελείωτο.
ΣΙΩΠΗ! Παντού σιωπή. Απ’ έξω ούτε φωνή, ούτε ήχος, ούτε θόρυβος. Στο διάδρομο δεν ακούγονται βήματα, ούτε πόρτες που ανοιγοκλείνουν. ΤΙΠΟΤΑ. Όλα σιωπηλά και κατάλευκα. Μια μεγάλη σιωπή και στο μυαλό μου, λευκή κι αυτή σαν το ταβάνι. Κι η φωνή μου λευκή αν δοκιμάσω να φωνάξω. Λευκό το σάλιο καθώς στεγνώνει στα χείλη μου. Λευκή η σιωπή στ’ άδεια μου μάτια στο στομάχι, στην πρησμένη από την πείνα κοιλιά μου. Πιασμένη σα γιαπωνέζικο ψάρι, δίχως πτερύγια, μες τη σιωπή του ενυδρείου. Έντονη επιθυμία για εμετό.
Βλέπω το μυαλό σε αργή κινηματογραφική κίνηση, να βγαίνει από το κρανίο μου, να αλητεύει εδώ κι εκεί και να κυλάει στο πάτωμα και να γίνεται ένα με το αιώνιο λευκό του κελιού μου. Νιώθω το κορμί μου σα σκόνη, όπως το απορρυπαντικό για το πλυντήριο. Σκύβω και το μαζεύω.Προσπαθώ να το συναρμολογήσω.
ΔΙΑΛΥΟΜΑΙ! Πρέπει να αντέξω Να αντισταθώ. Δεν θα μπορέσετε να με τρελάνετε. Πρέπει να σκεφτώ, να σκεφτώ! Να λοιπόν που σκέφτομαι! Σκέφτομαι εσάς που μ’ έχετε κλεισμένη σ’ αυτόν τον εφιάλτη. Από το κρύσταλλο του ενυδρείου που με κλείσατε και με κοιτάζετε με ενδιαφέρον. Μείνατε άφωνοι! Τρέμετε από φόβο μήπως και μπορέσω κι αντισταθώ. Τρέμετε στη σκέψη μήπως οι άλλοι σύντροφοί μου έρθουν και γκρεμίσουν αυτό το λευκό θάνατο που επινοήσατε. Πόσο γελοίο, αλήθεια, να στερήσετε από μένα τα χρώματα! Κι έξω να βάφετε το μουχλιασμένο και γκρίζο κόσμο σας με τα πιο φανταχτερά χρώματα, για να μην μπορεί να δει κανείς τη σαπίλα που κρύβει. Και να υποχρεώνετε τον κόσμο να καταναλώνει μόνο και μόνο για το χρώμα. Χρωματίστε με ωραίο κόκκινο το σιρόπι από τα βατόμουρα, και τι πειράζει αν αυτό φέρνει καρκίνο! Το απεριτίφ σας να είναι πορτοκαλί. Τα παιδιά σας πρέπει να τρώνε πολύ το πράσινο και το αστραφτερό κίτρινο. Το βούτυρο κι η μαρμελάδα πάντα με χρωματιστά δηλητήρια. Ακόμα και τις γυναίκες σας τις βάψατε σαν καραγκιόζηδες. Εξαίσιο κόκκινο για τα μάγουλα, ανοιχτό γαλάζιο και βιολετί για τις βλεφαρίδες, ρουζ για τα χείλια κι όσο για τα νύχια ό,τι χρώμα θα έβαζε ο νους σου για να είναι σαν καρναβάλι. Χρυσαφί, ασημί, πράσινο, πορτοκαλί μέχρι και σκούρο μπλε χρησιμοποιήσατε. Και τιμωρήσατε εμένα με τη σκληράδα του ανέκφραστου λευκού, γιατί το μυαλό μου δεν έχει ανάγκη από τον κατακλυσμό των διαφημίσεων για να σκεφτεί. Αφού τα δικά του χρώματα ξεγυμνώνουν όλη σας την αθλιότητα. Και με κλείσατε σε αυτό το ενυδρείο γιατί:
Ε λοιπόν όχι! Δεν συμφωνώ με τον τρόπο που ζείτε, ούτε ζήλεψα που δεν είμαι σαν καμιά από τις γυναίκες σας;θλιβερό καρναβάλι. Όχι! Δεν θα ήθελα να είμαι μια τρυφερή ύπαρξη, με τα νάζια της και τα χαζοχαμόγελά της. Που θα στόλιζε το τραπέζι σας σε κάποιο ρεστοράν πολυτελείας το σαββατόβραδο, σαν συμπλήρωμα αναπόσπαστο σε αυτή τη φτιαχτή ατμόσφαιρα με το εξωτικό μενού και την τόσο ηλίθια και απαραίτητη διακριτική μουσική. Όχι! Δεν θα μου άρεσε να είμαι υποχρεωμένη να παριστάνω την ελκυστική και θλιμμένη, και συγχρόνως τη χαρούμενη και όλο εκπλήξεις, μετά την άμυαλη παιδούλα, κι ύστερα τη μητέρα και πουτάνα, ενώ συγχρόνως να ντρέπομαι ή να ευχαριστιέμαι με κάθε βρωμόλογο που θα ξεστομίζετε.
Α! Να λοιπόν! Ένας ελαφρός θόρυβος. Ανοίγει η πόρτα. Μπαίνει ο δεσμοφύλακας, με κοιτάζει, δεν με βλέπει, είναι σαν μην υπάρχω. Σα να έγινα διαφανής. Δε λέει ούτε λέξη. Βγαίνει. Ξανακλείνει. Ξανά σιωπή. Κανένας δεν πρόκειται να ακούσει την κραυγή μου ούτε κανένα παράπονο μου. Όλα θα γίνουν σιωπηλά, με τακτ, για να μην χαλάσει ο μακάριος ύπνος των μακάριων κατοίκων αυτού του οργανωμένου κράτους. Κοιμήσου ήσυχα καλοζωισμένε και αποχαυνωμένε κόσμε της μεγάλης Γερμανίας. Και σεις από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι υγιώς σκεπτόμενοι. Κοιμηθείτε ήσυχα σαν πεθαμένοι. Η κραυγή μου δεν θα σας ξυπνήσει. Δεν ξυπνούν ποτέ οι κάτοικοι ενός νεκροταφείου. Όσοι αγανακτήσουν θα ξεσηκωθούν, είμαι σίγουρη. Θα είναι εκείνοι που δουλεύουν ολημερίς, εκείνοι που τους σακατεύετε σωματικά για να μην μπορούν να σκεφτούν, όλοι οι μετανάστες: τούρκοι, ισπανοί, έλληνες, άραβες κι όλοι οι άλλοι εξαθλιωμένοι και προδομένοι της Ευρώπης και μαζί με αυτούς και οι γυναίκες που δέχτηκαν την καταπίεση, τον εξευτελισμό και την εκμετάλλευση. Όλες αυτές θα μάθουν γιατί με κρατάτε εδώ μέσα και γιατί το κράτος σας θέλει να με δολοφονήσει σα μάγισσα του μεσαίωνα. Για σας την εξουσία υπάρχουν ακόμη και σήμερα μάγισσες που πρέπει να καθηλώνονται μπροστά στους αργαλειούς, στις μηχανές, στις πρέσες, τις γραμμές παραγωγής, μέσα στο θόρυβο και τις διαταγές. Και γκάπα γκουπ πρέσα, σφυρί, τρυπάνι, κινητήρας, καζάνια, φωνές και θόρυβος. Θόρυβος, φτάνει πια με τη σιωπή, πρέσα, σφυρί, τρυπάνι, καζάνια, αέριο και θόρυβο. Το αέριο, βγαίνει αέριο, εμετός, αηδία. Η αλυσίδα της παραγωγής έχει το δικό της ρυθμό. Δεν υπάρχει πια χρόνος, μόνο ρυθμός. Ρυθμός.
Σταματήστε τις μηχανές. Ησυχία. Τι υπέροχο πράγμα η σιωπή. Ευχαριστώ δεσμοφύλακες που μου χαρίσατε αυτή την απίθανη και σπάνια απόλαυση της σιωπής. Το απόλυτο. Τι απόλαυση για όλες μου τις αισθήσεις! Σα να μοιάζει να βρίσκομαι στον παράδεισο. Δεσμοφύλακες, δικαστικοί, κομματάρχες σας αγνοώ όλους. Δεν θα μπορέσετε να με βγάλετε από εδώ μέσα τρελή εκτός κι αν με σκοτώσετε. Μα το μυαλό μου θα είναι καθαρό, θα είμαι απόλυτα υγιής κι όλοι θα ξέρουν με σιγουριά ότι εσείς είστε οι δολοφόνοι, μια κυβέρνηση ένα κράτος δολοφόνων. Σας σκέφτομαι ήδη να προσπαθείτε να κρύψετε το πτώμα μου. Να απαγορεύεται την είσοδο στους δικηγόρους μου. Όχι την Ουρλίκε Μαϊνχοφ δεν μπορείτε να τη δείτε. Ναι! Ναι! Κρεμάστηκε. Όχι, όχι! Δεν θα είστε παρών στην αυτοψία. Κανένας. Μόνο οι ειδικοί του κράτους. Που έχουν ήδη έτοιμο το πόρισμα: η Μαϊνχοφ κρεμάστηκε. Όχι δεν υπάρχουν ίχνη στραγγαλισμού στο λαιμό της. Ούτε κυανωτικό χρώμα. Ναι υπάρχουν μελανιές από κακώσεις σε όλο της το σώμα. Ανοίξτε χώρο! Φύγετε! Μη βλέπετε! Απαγορεύεται η λήψη φωτογραφιών! Απαγορεύεται κάθε άλλη ιατροδικαστική έκθεση! Απαγορεύεται να εξεταστεί το σώμα μου! Απαγορεύεται! Ναι απαγορεύονται τα πάντα. Όμως ποτέ δεν θα μπορέσετε να απαγορεύσετε να γελάσουν ειρωνικά μπρος στις ηλίθιες φάτσες σας, για τη μεγάλη βλακεία σας. Την αιώνια βλακεία που δέρνει κάθε δολοφόνο. Βαρύς σαν το βουνό είναι ο θάνατος. Εκατομμύρια χέρια γυναικών σηκώνουν αυτό το βουνό και τώρα θα δώσουν μια να το γκρεμίσουν μονάχες τους. Με ένα ανατριχιαστικό χαμόγελο».



Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Κατερίνα Γώγου: Ποίηση και επανάσταση.



“ Εμένα, οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά, εμένα, οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα “
Η Κατερίνα Γώγου έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό από τις ερμηνείες δεύτερων ρόλων σε πολύ δημοφιλείς ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Ο ρόλος του “θηλυκού κλόουν”, όπως τη χαρακτήριζαν, δεν της ταίριαζε παρόλο που τον ερμήνευε με μεγάλη επιτυχία. Η Γώγου στην πραγματικότητα ήταν το ακριβώς αντίθετο. Μια μοναχική ψυχή με συνεχείς αναζητήσεις, αλλά και συγκρούσεις με το καταστημένο. Ο αληθινός χαρακτήρας της φάνηκε αργότερα μέσα από τα ποιήματά της, όταν είχε πια εγκαταλείψει την υποκριτική και είχε αφιερωθεί στο γράψιμο που όπως αποδείχτηκε αργότερα της ταίριαζε καλύτερα.
gvgou2
Γεννήθηκε την 1η Ιουνίου του 1940 στην Αθήνα και λόγω της Κατοχής και του Εμφυλίου, δεν πέρασε εύκολα παιδικά χρόνια. Ξεκίνησε να παίζει σε παιδικές παραστάσεις από την ηλικία των πέντε ετών και είχε χαρακτηριστεί παιδί-θαύμα. Έως τις αρχές της δεκαετίες του ΄70 ασχολήθηκε αποκλειστικά με την υποκριτική. Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο “Τρία κλικ αριστερά» πούλησε πάνω από 40.000 αντίτυπα, αριθμός που, όπως είπαν εκδότες, ήταν σπάνιος για ποιητικές συλλογές και μόνο ο Ελύτης και ο Ρίτσος τον έφταναν. Το βιβλίο μεταφράστηκε και στα αγγλικά και κυκλοφόρησε το 1983 στην Αμερική.
Η Αφροδίτη Μάνου έχει αναφέρει για την ποίηση της Γώγου: “ο τρόπος γραφής της δείχνει έναν άνθρωπο πάρα πολύ ευαίσθητο. Έναν άνθρωπο που έχει βγάλει το δέρμα του και ζει σε φοβερές εντάσεις»Η Κατερίνα Γώγου είχε αρκετούς συντρόφους στη ζωή της. Η μεγάλη της αγάπη όμως ήταν ο σύζυγός της, σκηνοθέτης, Παύλος Τάσιος. Μαζί απέκτησαν την κόρη τους Μυρτώ, η οποία άθελά της έγινε η αιτία για να μπλέξει και η ίδια η Γώγου με τα ναρκωτικά. Η κοπέλα άρχισε να κάνει χρήση ουσιών σε νεαρή ηλικία και η μητέρα της προσπάθησε να τη βοηθήσει να απεξαρτηθεί. Ωστόσο, δεν τα κατάφερε και τελικά παρασύρθηκε και η ίδια.
ΙΔΙΩΝΥΜΟ_ΚΑΤΕΡΙΝΑ-ΓΩΓΟΥ
Η Γώγου ανήκε στον αντιεξουσιαστικό χώρο των Εξαρχείων και είχε ενεργή αντισυμβατική δράση. Τον Μάρτιο του 1991 έστειλε ενυπόγραφη επιστολή στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, μέσω της οποίας εξέφραζε την στήριξή της προς τον αναρχικό Κυριάκο Μαζοκόπο και τον Γιάννη Πετρόπουλο που ήταν φυλακισμένοι. Η σχέση της με την αστυνομία δεν ήταν καθόλου καλή, είχε συλληφθεί πολλές φορές και είχε λογοδοτήσει στις αρχές για την αντισυμβατική συμπεριφορά της. Όταν τον Ιανουάριο του 1980, η “17 Νοέμβρη” σκότωσε στο Παγκράτι δύο αστυνομικούς, η Γώγου συνελήφθη σαν ύποπτη, μετά από καταγγελία ενός μάρτυρα, που υποστήριξε ότι είδε μια γυναίκα να απομακρύνεται τρέχοντας από το σημείο της δολοφονίας. Αποδείξεις  δεν βρέθηκαν ποτέ και η Κατερίνα φυσικά αφέθηκε ελεύθερη. Έξι χρόνια μετά ήρθε και πάλι αντιμέτωπη με τις αστυνομικές αρχές. Αυτή τη φορά μετά από μήνυση που έκανε η ίδια στον τότε Υπουργό Δημόσιας Τάξης, γιατί κατά τη διάρκεια μιας πορείας είχε δεχτεί επίθεση από αστυνομικούς.
Το 1991 η Γώγου πάλευε ήδη με τους δαίμονές της. Όπως έκαναν νωρίτερα και οι άλλοι δύο «άγιοι των Εξαρχείων», όπως τους αποκαλούσαν, Νικόλας Άσιμος και Παύλος Σιδηρόπουλος. Εκείνη τη χρονιά η Κατερίνα είχε πει σε συνέντευξή της: “ Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Άσιμος. Τον δολοφόνησαν. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο, το ίδιο. Η μόνη επιζήσασα, εγώ.
gwgou§
Όχι όμως για πολύ. Στις 3 Οκτωβρίου του 1993 η Κατερίνα Γώγου βρέθηκε νεκρή στο παλιό διαμέρισμα της μητέρας της, όπου είχε  απομονωθεί. Η αιτία του θανάτου της ήταν ένα «κοκτέιλ» χαπιών και αλκοόλ. Λίγες ημέρες πριν αυτοκτονήσει, είχε εξομολογηθεί στον φίλο της και ποιητή Γιώργο Χρονά,  “φεύγω για αλλού».
Μεγάλο μέρος του έργου της έχει μελοποιηθεί.

Η οργισμένη ποιήτρια των Εξαρχείων άφησε το σημάδι της. Ένα σημάδι που συντροφεύει πολλούς νέους της εποχής μας καθώς η ποίηση, μεταξύ άλλων, σκοπό έχει να αφυπνίσει και να ξεσηκώσει. Ο θυμός της ήταν η ελευθερία της. Ήταν διαφορετική και το ήξερε…
gogou poiimata
Υ.Γ oroposavrio: Πιο επίκαιρη από ποτέ, συγκλονίζει σήμερα, με τα μηνύματά της , που λες και γράφτηκαν πριν από λίγες ώρες.
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουν με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
Γράφουν σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στο λαιμό σας, στα χέρια σας
Οι φίλοι μου...

Ποιο είναι το πραγματικό δίλλημα των Εκλογών της 8ης Οκτωβρίου στον Δήμο Ωρωπού?

  Από την πρώτη μέρα που ξεκίνησε αυτή η προεκλογική περίοδος παρακολουθούμε την προσπάθεια του ενός εκ των διεκδικητών, συγκεκριμένα του Δη...