Πέμπτη 24 Μαΐου 2018

Φεύγουν οι άνθρωποι.

Φεύγουν οι άνθρωποι. Φεύγουν από δίπλα σου, απ’ τη ζωή σου, απ’ τον κόσμο σου. Φεύγουν και γίνονται αναμνήσεις κάπου στο βάθος του μυαλού. Σκέψεις σκόρπιες και πρόσωπα θολά, δίχως χρώματα κι αρώματα.Μόνο μια αίσθηση σου αφήνουν, μοναδική ο καθένας, απ’ ότι μπόρεσε να σε κεράσει για όσο βρέθηκε στο δρόμο σου. Φεύγουν οι άνθρωποι και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα γι’ αυτό. Κανείς δεν μπορεί να κάνει κάτι. Στιγμές χαράς, στιγμές απώλειας. Τρενάκι που ανεβοκατεβαίνει η ζωή με επιβιβάσεις άγνωστες κι αναχωρήσεις ξαφνικές. Εσύ ριζωμένος στο κάθισμα κοιτάς απ’ το τζάμι τους σταθμούς και στέκεσαι ακίνητος. Σαν τους εφιάλτες που σε βρίσκουν τη νύχτα να προσπαθείς να ουρλιάξεις και φωνή να μη βγαίνει. Φεύγουν εκείνοι που έχουν έρθει για καλό. Που σε γεμίζουν με αγάπη και καλοσύνη. Εκείνοι που μαζί τους νιώθεις τις μέρες ομορφότερες και τα ποτήρια μισογεμάτα. Εκείνοι που η φωνή τους σε ηρεμεί και οι συμβουλές τους σε πάνε ένα βήμα παρακάτω. Απομακρύνονται και χάνονται και δεν μπορείς μήτε να θυμώσεις, μήτε να κάνεις τίποτα γι’ αυτό. Μόνο να το υπομείνεις μπορείς. Είναι δύσκολη η απώλεια. Είναι μεγάλο το κενό. Είναι τρύπες μέσα σου που θα μείνουν πάντα έτσι. Κενές. Δεν μπαζώνονται, δεν καλύπτονται, δε φτιάχνονται. Μένουν τρύπες. Κανένας άλλος δεν μπορεί να αναπληρώσει το κενό εκείνου που φεύγει. Δεν υπάρχει αντικαταστάτης, ούτε αναπληρωματικός. Μοναδικοί άνθρωποι, μοναδικό και το άδειασμα που αφήνουν με το φευγιό τους. Δεν παλεύεται ο χαμός. Δεν ξεπερνιέται, δεν ξεχνιέται. Όσο και να περνάει ο χρόνος, όσο και να αλλοιώνονται τα πρόσωπα, πάντα μια στιγμή, μια σκηνή, μια μυρωδιά, μια φράση, θα έρθει να χτυπήσει μέσα σου το δικό σου, προσωπικό καμπανάκι της μνήμης. Θα θυμηθείς. Δε σου έχει απομείνει και τίποτα άλλο να κάνεις, πουθενά να πιαστείς. Μόνο να θυμηθείς μπορείς. Να θυμηθείς και να αγγίξεις για λίγα δεύτερα τον άνθρωπο που έχασες. Θυμάσαι και χαμογελάς. Θυμάσαι και δακρύζεις. Πόσα γέλια, πόσους τσακωμούς μοιραστήκατε. Πόσες φορές είχε δίκιο και πόσες έκανε πίσω στο πείσμα σου. Κανείς δε σε νοιαζόταν έτσι. Δεν έχει σημασία το πόσο νοιαζόταν. Σημασία έχει το πως νοιαζόταν κι αυτό το «πώς» δεν μπορείς να το ξαναβρείς. Είπαμε. Μοναδικά τα κενά. Μοναδικός κι ο τρόπος που δημιουργήθηκαν. Φεύγουν οι άνθρωποι που δέθηκες μαζί τους. Εκείνοι που τους χάρισες τα πιο «πολλά» σου κι αρκέστηκαν στα «λίγα» σου. Εκείνοι που μιλούσαν στην καρδιά σου κι άκουγαν τα μάτια σου. Φεύγει η οικειότητα και η ασφάλεια που ένιωθες μαζί τους. Χώνονται σε μια βαλίτσα μαζί με όσα άλλα δώρα έφεραν όταν μπήκαν στη ζωή σου. Στέκεσαι μόνος πια να ρωτάς γιατί. Μετράς πληγές κι αρνείσαι να προχωρήσεις. Κανείς δε θα ‘ναι σαν κι αυτούς που «έφυγαν». Εσύ το ξέρεις και πονάς περισσότερο. Πώς να τα βάλεις με το θάνατο; Πώς να γυρίσεις πίσω το χρόνο; Πώς να χαρίσεις ζωή σε κάτι που μέσα σου κατακτά την αθανασία; Φεύγουν οι άνθρωποι που αγαπάς περισσότερο. Λες και μια μαγική δύναμη στους έστειλε για λίγο. Τόσο όσο να δεις το καλό και ποτέ να μη συμβιβαστείς με τίποτε λιγότερο. Φεύγουν εκείνοι που σε αγάπησαν περισσότερο. Φεύγουν αλλά σου αφήνουν μερίδιο απ’ την αγάπη τους για να ‘χεις να πορεύεσαι τις στιγμές που σου λείπουν. 
Φεύγουν αλλά τουλάχιστον ήρθαν.
 http://www.tilestwra.com

Πέμπτη 10 Μαΐου 2018

Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου!

Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.
Μια στιγμή αν ξεχαστείς,
αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται
στη δίνη του πολέμου,
έτσι και σταματήσεις
για μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα
θα γίνουν στάχτη απ΄ τις φωτιές.[..]
Το ξέρω, είναι όμορφο ν΄ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ,
να κοιτάς έν΄ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμμένος πάνω απ΄το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
Να την ακούς να σου λέει τα όνειρα της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ΄αποχαιρετήσεις όλ΄αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου,
για όλα τ΄άστρα, για όλες τις λάμπες και
για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

«Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου»

Ο θάνατος περιοδεύει τον κόσμο με τη μάσκα ενός στρατηγού.
Τα μάτια μας θα ζήσουνε και πέρα από το θάνατό μας
για να κλαίνε.
Φυσάει.

Τα μέγαρα ρίχνουν έναν ίσκιο βαρύ που σπάει τη ραχοκοκαλιά μας
Τρέχουν οι δρόμοι λαχανιασμένοι
Τα παραμύθια είναι τυφλά
Φυσάει

Φυσάει μέσα από τα τρύπια βρακιά των ανέργων
Φυσάει
Φυσάει μέσα στην οργισμένη καρδιά του λαού

Ο άνεμος μπερδεύει τους δρόμους τις χρονολογίες τα πρόσωπα
Παρασέρνει τη σκόνη απ’ τα πεδία των μαχών
Αυτή η σκόνη θάβει σιγά σιγά την Ευρώπη

Τα χέρια τους είναι έτοιμα να σώσουνε τον κόσμο
Εις τους αιώνας των αιώνων

Ερχόμαστε
Παραμερίστε
Κατεβαίνουμε σαν μια χιονοστιβάδα που όσο κατηφορίζει μεγαλώνει
Τάσος Λειβαδίτης: Η επανάσταση και ο έρωτας έχουν ίδιο χρώμα, κόκκινο

Χαμένη γενιά είσαι και φαίνεσαι, ρε!

Ω, είναι ωραία η κατάθλιψη!
Δε μιλάμε για την παθολογική κατάθλιψη του διπολικού, αλλά για εκείνη την βαριά και απροσδιόριστη θλίψη που σε καταπλακώνει μερικές φορές και δε σε αφήνει να αναπνεύσεις ή να σκεφτείς.
Είναι ωραία, γιατί σχεδόν πάντα, μετά την κατάθλιψη έρχεται η μανία. Και στη μανία, ό,τι και να κάνεις, ό,τι και να λες, όποιος και να είσαι, αισθάνεσαι ωραία.
Οι ψυχολόγοι θεωρούν πιο υγιές ένα άτομο με μικρότερες αποκλίσεις ανάμεσα στις δύο θέσεις (θλίψη-χαρά). Προτιμούν το εκκρεμές του θυμικού να βρίσκεται όσο γίνεται πιο κοντά στη θέση αδράνειας, γιατί ξέρουν ότι όσο παρεκκλίνει προς τη μία μεριά άλλο τόσο θα πάει και προς την άλλη, για να επέλθει η ισορροπία.
Και μπορεί να μην έχουν άδικο, αφού όταν το εκκρεμές ανεβαίνει πολύ ψηλά στην κλίμακα της θλίψης τότε αισθάνεσαι σκουλήκι, μηδαμινός, χαμένος και τίποτα δεν μπορεί να σε παρηγορήσει, ούτε καν η σκέψη ότι σε λίγη ώρα (ή μέρες) θα αισθάνεσαι… θεός!
Όμως αυτή η κυκλοθυμικότητα είναι ο καλύτερος τρόπος για να βρεθείς αντιμέτωπος με τους δαίμονες σου και να τους κατατροπώσεις (τουλάχιστον για όσο καιρό αισθάνεσαι θεός).
Ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε γνώριζε προσωπικά το Φρόιντ και εκείνος του είχε προτείνει να του κάνει ψυχανάλυση για να μπορέσει να ξεφορτωθεί τις νευρώσεις του.Ο Ρίλκε αρνήθηκε κατηγορηματικά: Αυτές οι νευρώσεις ήταν που τον έκαναν ποιητή.
~~{}~~
Σε μια τέτοια καταθλιπτική φάση έπεσε κι ο Γελωτοποιός. Επειδή όμως, σαν το Ρίλκε, προσπαθεί να εκμεταλλεύεται ακόμα και την κατάθλιψη για να εκφραστεί, ξεκίνησε να γράφει ένα κείμενο με τίτλο: «Είμαστε η χαμένη γενιά».
Γιατί, χωμένος όπως ήταν στην τρύπα του, σκεφτόταν πόσο λίγα έζησε η γενιά του.
Προσπαθούσε να συντάξει μια πρόταση που να μην είναι τελείως απαισιόδοξη, όταν κάποια στιγμή βρήκε ένα μήνυμα από κάποιον παλιό συμμαθητή, τον οποίο έχει να δει τουλάχιστον είκοσι χρόνια. Ο φίλος του μίλησε για κάποια πράγματα που είχαν ζήσει ως έφηβοι, τότε που νόμιζαν ότι αυτές οι μέρες θα κρατήσουν για πάντα.
~~{}~~
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι πολύ παράξενο μηχάνημα. Το πλέον χαοτικό σύστημα. Η παραμικρή εισροή δεδομένων μπορεί να οδηγήσει σε εντελώς αναπάντεχα αποτελέσματα.
Κάτι τέτοιο έπαθε και ο εγκέφαλος του Γελωτοποιού. Πήρε τον υπολογιστή και έκανε delete στο κείμενο και στην κατάθλιψη. Το εκκρεμές είχε βρεθεί στην άλλη μεριά.
Και ξεκίνησα να του εξηγώ, τι έχει ζήσει.
~~{}~~
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά, καταθλιπτικέ μου Γελωτοποιέ. Γιατί ζήσαμε και όποιος ζει δεν είναι ποτέ χαμένος.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί παίξαμε.Παίξαμε στους δρόμους και τις αλάνες και γυρίσαμε όταν πια νύχτωνε με το γόνατο ματωμένο, με τα ρούχα λασπωμένα και το χαμόγελο ριζωμένο στο πρόσωπο –παρά την κατσάδα και το οινόπνευμα που μας έκαιγαν.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί παρεκτραπήκαμε.
Κατεβάσαμε τόνους αλκοόλ και όποια άλλη ουσία ήταν διαθέσιμη ακούγοντας τη μουσική των ανθρώπων που προτίμησαν να καούν παρά να ξεθωριάσουν. Γιατί φτιάξαμε ένα στούντιο με τα χέρια μας και μάθαμε να παίζουμε με δανεικές κιθάρες. Γιατί ερωτευτήκαμε για πρώτη φορά και πονέσαμε πολλές φορές από τότε.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί δουλέψαμε.Βγάλανε τα πόδια μας και τα χέρια μας κάλλους, αλλά συνεχίσαμε να τρέχουμε και να χαμογελούμε στο συνάδελφο, που ήταν Έλληνας, που ήταν Αμερικάνος, που ήταν Αλβανός, που ήταν άνθρωπος.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί ταξιδέψαμε. Είδαμε τα πράσινα λιβάδια της Ιρλανδίας και τη μεγάλη Πυραμίδα στο Κάιρο. Είδαμε, μια νύχτα, τα σύννεφα να πέφτουν σαν καταρράχτης από τα Γαλλικά Πυρηναία, ενώ πίναμε αψέντι και ακούγαμε στο παλιό ραδιοφωνάκι τον Brassens.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί είχαμε φίλους. Ξενυχτήσαμε μαζί τους μιλώντας για την τέχνη, για το θεό και για τον έρωτα, και τραγουδήσαμε μαζί τα φάλτσα τραγούδια μας. Τους είδαμε να πέφτουν, τους είδαμε να τρελαίνονται, τους είδαμε να φεύγουν και να ξανάρχονται. Αλλά έμειναν για πάντα φίλοι.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί δημιουργήσαμε. Γράψαμε, ζωγραφίσαμε, σπουδάσαμε, χτίσαμε έναν τοίχο, φυτέψαμε ένα αμπέλι, βοηθήσαμε έναν άνθρωπο, κάναμε ένα γκράφιτι, φτιάξαμε ένα νόστιμο φαγητό, κάναμε τους μαθητές μιας τάξης να βγάλουν φτερά, βάψαμε το σπίτι μας, κολλήσαμε αφίσες, πλέξαμε ένα κασκόλ.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί αντιταχτήκαμε.Γίναμε διαφορετικοί από τους γονείς μας, σταθήκαμε όρθιοι όταν ο καθηγητής ήθελε να γονατίσουμε, παραιτηθήκαμε μεγαλοπρεπώς όταν το αφεντικό έψαχνε για έναν ακόμα δούλο, διαδηλώσαμε όταν ήθελαν να υπακούσουμε, κλείσαμε την τηλεόραση όταν ήθελαν να τους ακούμε.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί αγαπήσαμε.
Γνωρίσαμε έναν άνθρωπο που έμοιαζε να μας ξέρει από παλιά και του δείξαμε τον αληθινό μας εαυτό, χωρίς ψιμύθια και μασκαρέματα. Κι αυτός έμεινε μαζί μας, ενώ ήξερε ότι δεν είμαστε υπέροχοι, δεν είμαστε αλάνθαστοι, δεν είμαστε καν «κανονικοί». Τον αγκαλιάσαμε όταν έκλαιγε, μας χάιδεψε όταν πονάγαμε, μας στάθηκε όταν όλος ο κόσμος –και ο εαυτός μας- κατέρρεε.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί γεννήσαμε.Κρατήσαμε στην αγκαλιά μας εύθραυστα όντα, που ίσως και να μας έμοιαζαν, και τα μεγαλώσαμε δίνοντας ‘τους ό,τι καλύτερο είχαμε, ό,τι καλύτερο μπορούσαμε, όσο περισσότερα αντέχαμε.
Δεν είμαστε μια χαμένη γενιά. Γιατί ζήσαμε και αγαπήσαμε τη ζωή μας.Γιατί δεν υπάρχουν χαμένες γενιές, μόνο χαμένοι άνθρωποι.Και χαμένος είναι μόνο όποιος δεν ξέρει να αγαπά. Χαμένος είναι μόνο όποιος δε θυμάται ποιος είναι.
~~{}~~
Και κάπως έτσι θα κλείσουμε αυτή την «νυχτερινή μανία» του Γελωτοποιού, μ’ ένα στίχο του Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ:
“I leave no trace of wings in the air
but i am glad i have had my flight”.
Κείμενο: Γελωτοποιός
Πηγή: sanejoker.info
Thessaloniki Arts and Culture

Σάββατο 5 Μαΐου 2018

Και συ να λείπεις.............

Αλλιώς την είχα ονειρευτεί την μέρα σήμερα αδερφέ.
Ήθελα να περάσω να σε πάρω, από νωρίς, να πάμε να αράξουμε στην Βυζαντινή Γωνία(ξανάνοιξε, το έμαθες αδερφέ?), να πιούμε το καφεδάκι μας μαζί με τα ΑΕΚάκια που θα ήταν εκεί μαζεμένα και τρελαμένα από χαρά, να πούμε τα δικά μας, να μου κάνεις μια ποδοσφαιρική ανάλυση, από αυτές μου μόνο εσύ ήξερες να κάνεις(και ας μην είχες παίξει μπάλα,σχεδόν ποτέ).
Μια ανάλυση για τα συστήματα του Μανόλο, που φέρανε τη κούπα.......
Μια ανάλυση που ενώ θα μου άρεσε, θα σου πήγαινα κόντρα για πλάκα και θα σε έλεγα άμπαλο........
Γιατί έτσι σου άρεσε......Να σε πειράζω αδερφέ.......
Και ύστερα να σηκωνόμαστε να παίρναμε το δρόμο για τη θέση μας.
Εκεί στην 5-6-7.
Και να καθόμαστε εκεί και να περιμέναμε να έρθει το πούλμαν της αρρώστιας μας , με την κούπα.
Μια κούπα που χρόνια τώρα την ονειρευόμαστε και την σχεδιάζαμε μαζί, και πάντα στο τέλος την χάναμε.
Ήμουν 31 και ήσουν 33 την τελευταία φορά αδερφέ.....
Τότε που είχαμε πάει στο γήπεδο, με τον  Ψηλό, τον Θείο Βασίλη, τον Ξανθό , τον Παπαδόπουλο, ώρες πριν και περιμέναμε να δούμε την κούπα.
Και πήρε φωτιά το στρώμα του επί κοντώ. Και τραγουδούσαμε: Που είναι το στρώμα, οεο, που είναι το στρώμα??????
Και από τότε θυμάμαι τόσες και τόσες στιγμές γεμάτες με την τρέλα και την αρρώστια μας.
Γεμάτες από ΑΕΚ.
Και να οι αναλύσεις σου.
Και να τα πλάνα.
Και να η ελπίδα , πως η κούπα έρχεται.
Και να το δούλεμα, από τους γάβρους.
Και να η πίκρες από τις αποφάσεις των Διαιτητών και των διοικούντων.
Και σήμερα που η κούπα έρχεται, σήμερα που τα όνειρα μας επέστρεψαν, σήμερα που όσοι μας πολεμούσαν εξαφανίστηκαν σε μια στιγμή , λες και άνοιξε η γη και τους κατάπιε, σήμερα που υπάρχει μόνο η χαρά και η δικαίωση.......σήμερα αδερφέ........Εσύ να λείπεις.............
Νομίζω πως από κει ψηλά σήμερα θα νιώθεις απέραντη χαρά αδερφέ μου.
Νομίζω πως θα την κάνεις την ανάλυση σου και λυπάμαι πραγματικά που δεν θα είμαι εκεί να την ακούσω.
Ας μπορούσα να την ακούσω αδερφέ μου, και να είσαι σίγουρος, πως αν και θα μου άρεσε τρελά, θα σε έλεγα άμπαλο........Για να σε πειράξω........Γιατί έτσι σου άρεσε αδερφέ......
Δύσκολη μέρα σήμερα αδερφέ.
Από το πρωί με το ζόρι κρατάω τα δάκρυα μου.
Από το πρωί νομίζω πως σε έχω δίπλα μου.
Από το πρωί νομίζω πως έχω αργήσει και θα με περιμένεις. Και θα με ζαλίσεις στα τηλέφωνα.
Μα δεν είναι έτσι και το ξέρω. Μπορεί να είσαι δίπλα μου, μπορεί να χαίρεσαι το ίδιο, μπορεί να ανυπομονείς το ίδιο να τραγουδήσεις το δεν μπορώ να περιμένω, μπορεί να χαμογελάς με την απόλυτη ευτυχία στο μεγάλο σου πρόσωπο, μα δυστυχώς όλα αυτά δεν μπορώ να τα δω εγώ αδερφέ μου...........
Είναι κρίμα και άδικο αδερφέ μου......
Η ΑΕΚ μας να γυρίζει στο θρόνο της, ο αετός να φτερουγίζει ξανά , τα όνειρά μας να τα έχουμε πάρει πίσω και συ.........ΝΑ ΛΕΙΠΕΙΣ ΑΔΕΡΦΕ!!!!!!

Πέμπτη 3 Μαΐου 2018

Δεν υπάρχει χειρότερο, από το καλάμι το καβαλημένο!


Χρόνια πολλά κυκλοφορώ στους δρόμους.
Το πάλεψα.
Πάντα βάζοντας μπροστά το συναίσθημα και την ψυχή.
Κυνηγώντας όπως αποδείχτηκε ανεμόμυλους.
Περνώντας τράνζιτ, όπως αποδείχτηκε, από όλα τα λιμάνια που ονειρεύτηκα και πάλεψα για να φτάσω.
Διαψευδόμενος πανηγυρικά, όπως αποδείχτηκε  από τα ίδια τα γεγονότα και τις καταλήξεις.
Χρεωμένος πάντα, όπως αποδείχτηκε  και γι αυτά που εφταιγα και γιαυτα που δεν έφταιγα.
Απολογούμενος πάντα, όπως αποδείχτηκε, όχι για τα όσα εγώ απεκομισα, αλλά όσοι δίπλα μου βαδιζαν,αγωνιζόμενοι όπως έλεγαν, για τον κοινό σκοπό, αλλά στη λήξη του αγώνα μας, εισεπραταν
τα επιχείρια μιας πορείας  που από την αρχή την είχαν γραμμένη  στα παλαιότερα των υποδημάτων τους.
Και πάντα μα πάντα αναγνωριζοντας στο τέλος την μη ικανότητα μου να καβαλαω το καλάμι.
Εκείνο που οι συνοδοιπόροι μου, με χαρά και προθυμία καβαλίκευαν και το πήγαιναν βόλτα, σε μία απορημένη κοινωνία, που αναρωτιέται κάθε φορά, μα δεν υπάρχει κανένας διαφορετικός  κανένας καλός?
Σήμερα που τα στερνά τιμούν τα πρώτα και οι χθεσινοί επαναστάτες γίναν διαχειριστές, επιβάλλεται να διατηρήσουμε την αξιοπρέπεια , το ρομαντισμό και την ανθρωπιά μας.
Σήμερα  που τα καλάμια γίνανε τόσα πολλά και οι χτεσινοί αγωνιστές μετατράπηκαν με ευκολία, σε όσα κατηγορούσαν και κατήγγειλαν, σήμερα που η καινούργια σούπα της δικιάς μας ύπνωσης μαγειρεύεται, σήμερα που χάθηκαν ταυτότητες ιδεολογικές, ηθικά πλεονεκτήματα, διαφορετικές κοσμοθεωρίες  σήμερα που η πραγματικότητα για άλλη μια φορά επικράτησε πανηγυρικά των ονείρων, είναι πιο επιτακτικό και πιο απαραίτητο από ποτέ να χαρίσουμε τα καλάμια στους νέους σωτήρες μας και να ξαναβγουμε στην ανοιχτή θάλασσα, με την ελπίδα πως τούτο δω το ταξίδι θα διαφέρει από όλα τα προηγούμενα.
Μα και αν δεν διαφέρει μικρό το κακό.
Συνηθισμένα τα βουνά από τα χιόνια.
Υ. Γ Αν την ζωή σου δεν μπορείς να την κάνεις καλύτερη, φρόντισε τουλάχιστον να μην την εξευτελίζεις.

Ποιο είναι το πραγματικό δίλλημα των Εκλογών της 8ης Οκτωβρίου στον Δήμο Ωρωπού?

  Από την πρώτη μέρα που ξεκίνησε αυτή η προεκλογική περίοδος παρακολουθούμε την προσπάθεια του ενός εκ των διεκδικητών, συγκεκριμένα του Δη...