Πόσες χιλάδες ὧρες πέρασαν μὲ συνεδρίαση,
σ᾿ αχτίδες, κόβες καὶ κομματικοὺς πυρῆνες,
στὸ τέλος πάθαμε χρονία νικοτινίαση
κι ὁ πονοκέφαλος οὔτε περνοῦσε μ᾿ ασπιρίνες.
Μάθαμε ἀπ᾿ ὄξω -βασικὰ- ὅλα τὰ προβλήματα
καὶ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς πάλης
καὶ γίναμε τὰ δακτυλοδειχτούμενα τὰ βλήματα
κρατώντας τὸν Μὰρξ – Ἔγκελς ὑπὸ μάλης.
Μέρα τὴ μέρα θά ῾ρχονταν ἡ Ἐπανάσταση
καὶ περιμένοντας πέρασαν τὰ χρόνια
κι ὅμως σ᾿ τὸ λέγαν οἱ γονεῖς σου «ἄσ᾿ τα σὺ
πάντα θὰ βρίσκονται στὸν κόσμο ἄλλα κωθώνια».
Πάντοτε ὁ καπιταλισμὸς βρίσκει περάσματα
καὶ ξεπερνᾶ τὶς δύσκολες τὶς κρίσεις.
Κι ἕνα πρωί: «Ἀπαγορεύονται τὰ ἄσματα
καὶ κοπιάστε στὸ τμῆμα γιὰ ἀνακρίσεις».
Τώρα νὰ σπάσεις δὲν μπορεῖς πιά, σὲ χρωμάτισαν
καὶ σ᾿ ἔχουν σὰν τὸν ποντικὸ μέσα στὴ φάκα
καὶ δὲν ξεφεύγεις ἀπὸ τοῦ χαφιὲ τὸ μάτι σὰν
συναναστρέφεσαι τὸν καθ᾿ ἕνα μαλάκα.
...........................................................................................
Δὲν ἄκουσες ποτὲ τὴ μάνα σου τὴν ἅγια
σ᾿ ἐνοχλοῦσε καὶ σένα τὸ κατεστημένο,
δὲν εἶδες γύρω σου χιλιάδες τὰ ναυάγια
δὲν τὸ χαμπάρισες πὼς τὸ παιχνίδι ἦταν στημένο.
Μανόλης Αναγνωστάκης.
(ὁ ποιητὴς ὑπογράφει ὡς: Μανοῦσος Φάσσης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου